

Το Εκτελεστικό Συμβούλιο της ΟΑΣΕ, σε ανακοίνωσή του, στις 20 Μαρτίου, αναφέρει:
«Συναδέλφισσες και συνάδελφοι,
Συμπαραστεκόμαστε στις πρωτοβουλίες και τις προσπάθειες του Συλλόγου των εργαζομένων της Εθνικής Ασφαλιστικής που σαν στόχο τους έχουν να σταματήσουν τη πώληση της εταιρείας.
Αντιστεκόμαστε στις «απαράδεκτες» προσπάθειες της διοίκησης της Εθνικής τράπεζας που συμβαίνουν υπό την ανοχή της κυβέρνησης και σαν στόχο τους έχουν την υλοποίηση του ξεπουλήματος ενός υγιούς και ιδιαίτερα κερδοφόρου κομματιού της.
Καταγγέλλουμε την κυβέρνηση και τη διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας, γιατί προσπαθεί να επιβάλλει μια αγοραπωλησία που δεν θα έχει κανένα πραγματικό οικονομικό όφελος, αλλά αντίθετα θα στερήσει την ελληνική οικονομία από ιδιαίτερα σημαντικά κεφάλαια, τα οποία θα αποτοποθετηθούν και θα αποεπενδυθούν από αυτή.
Καταγγέλλουμε, κάθε προσπάθεια που οδηγεί την ασφαλιστική αγορά στον αφελληνισμό της, στη συρρίκνωσή της, με αποτέλεσμα και τη συρρίκνωση των θέσεων εργασίας.
Δηλώνουμε την αμέριστη συμπαράσταση μας, στεκόμαστε αλληλέγγυοι στον δίκαιο αγώνα των εργαζομένων της Εθνικής ασφαλιστικής, συμμετέχουμε, συμβάλλουμε με όλες τις δυνάμεις μας στη δικαίωση του αγώνα τους και στηρίζουμε, την 48ωρη απεργία για τις 21 & 22/3/2017 που έχει προκηρύξει το Σωματείο των εργαζομένων».
Σε δελτίο τύπου που εξέδωσε στις 20 Μαρτίου ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Ασφαλιστικών Συμβούλων αναφέρει:
«Ο Π.Σ.Α.Σ. παρακολουθεί πολύ προσεκτικά τις εξελίξεις σε σχέση με την πώληση της ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗΣ.
Eπισημαίνει ότι υπάρχουν ζητήματα που αφορούν τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές της εταιρείας και πως αυτοί πλήττονται άμεσα.
Σημειώνουμε την επίδραση που θα επιφέρει στο σύνολο της ασφαλιστικής αγοράς με πολλαπλάσιες επιπτώσεις καθώς πρόκειται για τη μεγαλύτερη ασφαλιστική εταιρεία στην Ελλάδα με 128 χρόνια αδιάλειπτης λειτουργίας.
Είναι βέβαιο ότι μεγάλες επιχειρήσεις του μεγέθους της Εθνικής Ασφαλιστικής είναι εξαιρετικά σημαντικό να παραμείνουν στη χώρα.
Ανησυχούμε γιατί, για να επιτευχθούν τα κέρδη, οι συνήθεις πρακτικές είναι:
Σε κάθε περίπτωση πρώτη προτεραιότητα είναι να κατοχυρωθούν τα δικαιώματα των ασφαλιστικών συμβούλων.
Τέλος, πρέπει να εξασφαλιστούν και τα μακροχρόνια δικαιώματα των πελατών της Εταιρείας».