

Σύμφωνα με την έρευνα της Kaspersky, το 61% των παιδιών αποκτούν την πρώτη τους συσκευή όταν βρίσκονται μεταξύ 8 και 12 ετών. Αυτή η πρώιμη επαφή με την τεχνολογία δεν είναι απαραίτητα αρνητική: Τα ψηφιακά εργαλεία μπορούν να υποστηρίξουν τη μάθηση, τη δημιουργικότητα και την κοινωνικότητα. Ωστόσο, αυτό που λείπει συχνά είναι μια δομημένη εισαγωγή στον διαδικτυακό κόσμο -μια προσέγγιση που να ανταποκρίνεται στην ψυχοσυναισθηματική και γνωστική ανάπτυξη του παιδιού. Το να ξέρει κανείς πώς να χρησιμοποιεί μια συσκευή δεν σημαίνει απαραίτητα ότι γνωρίζει πώς να τη χρησιμοποιεί με ασφάλεια. Τα παιδιά εκτίθενται σε ένα τεράστιο, σε μεγάλο βαθμό μη φιλτραρισμένο, ψηφιακό οικοσύστημα πολύ πριν αποκτήσουν την ικανότητα να αξιολογούν κριτικά το περιεχόμενο, να θέτουν όρια ή να κατανοούν τις μακροπρόθεσμες συνέπειες της διαδικτυακής τους συμπεριφοράς. Ως αποτέλεσμα, οι πρώτες τους εμπειρίες στο διαδίκτυο μπορεί να τα φέρουν σε επαφή με ακατάλληλο περιεχόμενο, επιθετική συμπεριφορά από συνομηλίκους ή την πίεση της κοινωνικής σύγκρισης.
Η έκθεση σε επιβλαβές ή ακατάλληλο περιεχόμενο είναι ένας από τους πιο συνηθισμένους διαδικτυακούς κινδύνους για τα παιδιά -και ταυτόχρονα ένας από τους πιο εύκολα υποτιμημένους. Σύμφωνα με την έκθεση της Kaspersky, μόλις το 50% των γονέων δηλώνουν ότι συζητούν τακτικά με τα παιδιά τους για την ασφάλεια στο διαδίκτυο, αφήνοντας έτσι περιθώριο κινδύνου. Ένα παιδί που παρακολουθεί αθώα βίντεο μπορεί, μέσα σε λίγα μόνο κλικ, να εκτεθεί σε βίαιο ή άσεμνο περιεχόμενο. Χωρίς τη χρήση φίλτρων περιεχομένου ή γνώση του τι ακριβώς παρακολουθούν τα παιδιά τους, πολλοί γονείς ίσως δεν αντιλαμβάνονται πόσο γρήγορα το ψηφιακό περιβάλλον μπορεί να επηρεάσει τη σκέψη και τη συμπεριφορά των παιδιών.
Ο διαδικτυακός εκφοβισμός (cyberbullying) είναι μία από τις πιο γνωστές ψηφιακές απειλές που αντιμετωπίζουν σήμερα τα παιδιά και οι έφηβοι -και ταυτόχρονα μία από τις πιο δύσκολα εντοπίσιμες από τους γονείς. Σε αντίθεση με τον παραδοσιακό εκφοβισμό, το cyberbullying δεν απαιτεί φυσική παρουσία. Αντιθέτως, συμβαίνει μέσω συσκευών και πλατφορμών που οι έφηβοι χρησιμοποιούν καθημερινά, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε επαναλαμβανόμενη και αναπόφευκτη κακοποίηση. Από την πλαστοπροσωπία μέσω ψεύτικων λογαριασμών μέχρι την κοινοποίηση εξευτελιστικών στιγμιότυπων οθόνης, memes ή βίντεο, ο διαδικτυακός εκφοβισμός μπορεί να είναι συντονισμένος, επίμονος και συχνά να περνά απαρατήρητος από τους ενήλικες -ειδικά όταν συμβαίνει σε ιδιωτικές συνομιλίες, κλειστές ομάδες ή μέσα από περιεχόμενο που εξαφανίζεται, όπως τα Stories.
Όταν τέτοιου είδους παρενόχληση δεν αντιμετωπίζεται, συχνά οδηγεί τους εφήβους σε ακόμα μεγαλύτερη ψηφιακή απομόνωση -όχι μόνο από τους συνομηλίκους τους, αλλά και από τις οικογένειές τους. Αναζητώντας υποστήριξη ή την αίσθηση ότι ανήκουν κάπου, κάποιοι στρέφονται σε ανώνυμες ή εξειδικευμένες διαδικτυακές κοινότητες, οι οποίες παρουσιάζουν επικίνδυνες ιδέες ως φυσιολογικές, εκμεταλλευόμενες την ευαλωτότητα των νέων -όπως αποτυπώνεται και στη σειρά Adolescence. Η ψηφιακή απομόνωση και η μοναξιά ωθούν τον κεντρικό χαρακτήρα να εμπλακεί βαθιά σε τοξικές διαδικτυακές υποκουλτούρες μέσα από εξειδικευμένα φόρουμ. Οι ενήλικες ίσως δύσκολα μπορούν να εντοπίσουν τη δραστηριότητα των εφήβων σε τέτοια περιβάλλοντα, ειδικά όταν αυτοί την αποκρύπτουν για να αποφύγουν τον έλεγχο.
Για να περάσουν από την ψηφιακή απομόνωση στον ψηφιακό διάλογο, οι γονείς θα πρέπει να δώσουν ιδιαίτερη έμφαση στη δημιουργία μιας σχέσης όπου οι έφηβοι νιώθουν άνετα να μιλήσουν όταν κάτι δεν πάει καλά στο διαδίκτυο. Από ύποπτους συνδέσμους phishing και μηνύματα αμφίβολης προέλευσης έως ανεπιθύμητες επαφές και επιβλαβές περιεχόμενο, η έγκαιρη ανίχνευση αυτών των κινδύνων εξαρτάται από το αν ένας έφηβος νιώθει αρκετά ασφαλής ώστε να πει: «Κάτι δεν πάει καλά».
Ωστόσο, ο διάλογος από μόνος του δεν είναι πάντα αρκετός -ειδικά όταν οι γονείς δεν γνωρίζουν τι πρέπει να προσέξουν. Σε αυτό το σημείο, οι εφαρμογές γονικού ελέγχου μπορούν να αποδειχθούν πολύτιμες, αφού παρέχουν στους γονείς άμεση πληροφόρηση, ειδοποιήσεις για επικίνδυνες συμπεριφορές και έξυπνα εργαλεία που βοηθούν τις οικογένειες να παραμένουν ενημερωμένες -χωρίς να φτάνουν στα όρια της ψηφιακής παρακολούθησης. Σε συνδυασμό με την καλλιέργεια εμπιστοσύνης και ανοιχτής επικοινωνίας, αυτές οι τεχνολογίες αποτελούν ένα ισχυρό μέσο για να παραμείνουν οι γονείς συνδεδεμένοι με τον διαδικτυακό κόσμο του παιδιού τους και να παρέμβουν έγκαιρα, προτού ο κίνδυνος κορυφωθεί.
Παρόλο που η σειρά πραγματεύεται τους ψηφιακούς κινδύνους, η ίδια η δημοφιλία της έχει γίνει προϊόν εκμετάλλευσης και από κυβερνοεγκληματίες. Οι ερευνητές της Kaspersky έχουν εντοπίσει σελίδες phishing που προσφέρουν δωρεάν λήψεις επεισοδίων της σειράς Adolescence, αλλά αντί αυτού διασπείρουν κακόβουλο λογισμικό. Αυτό αποτελεί σαφή υπενθύμιση ότι το ενδιαφέρον των εφήβων για δημοφιλές ψηφιακό περιεχόμενο μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναντίον τους και άρα οι γονείς θα πρέπει να ενημερώνουν τα παιδιά τους για αυτόν τον κίνδυνο, όπως και για τους υπόλοιπους.
«Στη σειρά Adolescence αποτυπώνεται με οδυνηρή ακρίβεια ότι ο κίνδυνος δεν παρουσιάζεται πάντα ως κακόβουλο λογισμικό ή hacking. Κάποιες φορές, έρχεται στη μορφή μίας σταδιακής διάβρωσης της εμπιστοσύνης, όταν το παιδί νιώθει μεγαλύτερη ασφάλεια να ανατρέξει σε ανώνυμα φόρουμ για βοήθεια παρά στην ίδια του την οικογένεια. Ενώ κάποιες διαδικτυακές πλατφόρμες προσφέρουν όντως υποστήριξη, άλλες εκμεταλλεύονται τη σιωπή αυτή, κανονικοποιώντας επικίνδυνες συμπεριφορές ή ενθαρρύνοντας τη μυστικότητα. Γι’ αυτό η ψηφιακή ασφάλεια στο σπίτι δεν μπορεί να βασίζεται μόνο στην παρακολούθηση, αλλά πρέπει να χτίζεται πάνω στον ανοιχτό διάλογο, να γνωρίζουν δηλαδή οι έφηβοι ότι μπορούν να μιλήσουν για όσα βιώνουν διαδικτυακά χωρίς φόβο ή κριτική», δηλώνει ο κ. Andrey Sidenko, privacy expert στην Kaspersky.
Για να παραμείνουν τα παιδιά σας ασφαλή στο διαδίκτυο, η Kaspersky συνιστά τα εξής:
Ακολουθήστε την ασφαλιστική αγορά στο Google News