

Η σημερινή δυσμενής οικονομική συγκυρία, η κοινωνική αναταραχή από τη συνεχή αύξηση του κόστους ζωής, η δημοσιονομική δυσπραγία και η διαρκής ανησυχία για το παρόν και το μέλλον της κοινωνικής ασφάλισης στη χώρα μας έχει διαμορφώσει συνθήκες που πλήττουν ευθέως τον κλάδο μας, καθηλώνουν την παραγωγή μας και υπονομεύουν το μέλλον του επαγγέλματός μας.
Σας απευθύνω αυτή την επιστολή για δύο λόγους:
Είναι κοινή διαπίστωση ότι στη χώρα μας η ανάπτυξη της Ιδιωτικής Ασφάλισης βρίσκεται σε μεγάλη αναντιστοιχία με το επίπεδο οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης.
Η Ελλάδα, σήμερα, δεν είναι μόνο η τελευταία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά βρίσκεται και πολύ πίσω στην παγκόσμια κατάταξη. Το φαινόμενο είναι παράδοξο, γιατί υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις και, κυρίως, το κατάλληλο ανθρώπινο δυναμικό για τη σημαντική προώθηση του κλάδου μας.
Αυτή η υστέρηση πρέπει να απασχολήσει όχι μόνο τους Ασφαλιστές, αλλά όλους εκείνους που έχουν ρόλο και ευθύνη για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Όλοι ξέρουμε σήμερα ότι ο τομέας των Υπηρεσιών αποτελεί βασικό μοχλό ανάπτυξης σε μια χώρα όπως η δική μας.
Όμως, νοοτροπίες και προκαταλήψεις που έχουν επικρατήσει εδώ και χρόνια εμποδίζουν την ανάπτυξη του κλάδου. Ακόμη και σήμερα, οι περισσότεροι Έλληνες θεωρούν την Ιδιωτική Ασφάλιση αναγκαίο κακό, και το μόνο για το οποίο ενδιαφέρονται –ιδιαίτερα για το αυτοκίνητο– είναι το φθηνό ασφάλιστρο και τίποτε άλλο.
Βρισκόμαστε, λοιπόν, μπροστά σε ένα ουσιαστικό έλλειμμα ασφαλιστικής συνείδησης –έλλειμμα συνείδησης για τη χρησιμότητα και την αναγκαιότητα της Ιδιωτικής Ασφάλισης, που διαπερνά ολόκληρη την κοινωνία μας– από τον απλό πολίτη μέχρι την πολιτική και πνευματική ηγεσία.
Από τη σημερινή κατάσταση δεν υπάρχει κανένας κερδισμένος –όλοι χάνουν! Οι ίδιοι οι επαγγελματίες του χώρου, οι εταιρείες, το κράτος, η ελληνική οικονομία και η κοινωνία στο σύνολό της.
Οι αιτίες για την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί είναι πολλές και οι ευθύνες σίγουρα βαρύνουν κι εμάς, που ασκούμε το επάγγελμα. Οι αιτίες αυτές πρέπει κάποτε να φωτιστούν, να συζητηθούν, να αναλυθούν και, κυρίως, να αντιμετωπιστούν με σύνεση και ευθύνη.
Από την άλλη, δεν θα πρέπει να αποσιωπηθούν οι ευθύνες που βαραίνουν το πολιτικό προσωπικό της χώρας, το οποίο μέχρι σήμερα –πλην ελαχίστων εξαιρέσεων– δεν έχει αντιληφθεί ακόμη την ευεργετική επίδραση που μπορεί να έχει η ανάπτυξη της Ιδιωτικής Ασφάλισης τόσο στην ελάφρυνση των βαρών της κοινωνικής ασφάλισης, όσο και στην ενίσχυση της εθνικής μας οικονομίας.
Δεν αμφισβητώ ότι τα τελευταία χρόνια έχει συντελεστεί σημαντικό έργο και χάρη στις προσπάθειες όλων των παραγόντων και των φορέων του κλάδου μας έχει βελτιωθεί αισθητά η εικόνα μας σε σχέση με το παρελθόν.
Η παρατεταμένη, όμως, σημερινή συγκυρία δείχνει ότι και αυτές οι προσπάθειες δεν είναι ακόμα επαρκείς.
Τι πρέπει να κάνουμε;
Η πρότασή μου εισηγείται το προφανές και το αυτονόητο. Αυτό που συνήθως δεν βλέπουμε. Και είναι αυτό που, τελικά, δεν μπορούμε και δεν πρέπει να αποφύγουμε. Την επιτακτική ανάγκη, δηλαδή, να αποφασίσουμε και να διαμορφώσουμε, επιτέλους, μια στρατηγική ανάδειξης της Ιδιωτικής Ασφάλισης στη χώρα μας, που να υποστηρίζεται από ένα ολοκληρωμένο και συντονισμένο πρόγραμμα επικοινωνίας, με επιμονή και διάρκεια στον χρόνο.
Πριν από μερικούς μήνες η Ένωση Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος είχε ξεκινήσει μια ενδιαφέρουσα καμπάνια, που έδειχνε να κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση με κινήσεις και πρωτοβουλίες που έδειχναν έναν δρόμο. Δυστυχώς, αυτή η καμπάνια σταμάτησε, ακυρώνοντας ό,τι μέχρι τότε είχε επιτύχει.
Είναι ανάγκη να γίνει κατανοητό ότι το δικό μας πρόβλημα στη μορφή και στο στάδιο που βρίσκεται σήμερα απαιτεί αλλαγή στάσης όλων σχεδόν των κοινωνικών ομάδων απέναντι στην Ιδιωτική Ασφάλιση. Κι αυτό υπαγορεύει την ανάγκη ενός προγράμματος με επιμονή, με συνέπεια και διάρκεια. Είναι ώρα λοιπόν:
Τώρα! Η κρίσιμη συγκυρία της αγοράς είναι ίσως η καλύτερη στιγμή για να ξεκινήσει η εκστρατεία. Στις κρίσεις κρύβονται πάντοτε οι ευκαιρίες.
Η έγκαιρη προετοιμασία και έναρξη του προγράμματος θα βοηθήσει τον κλάδο της Ιδιωτικής Ασφάλισης να αρθρώσει λόγο, φωνή και άποψη, την ίδια στιγμή που θα εξελίσσεται ο διάλογος για την Κοινωνική Ασφάλιση.
Η παρατεταμένη αρνητική συγκυρία υπαγορεύει την ανάγκη περισσότερων δραστικών και συντονισμένων κινήσεων. Αυτό το πρόγραμμα επικοινωνίας που έπρεπε να είχε γίνει χρόνια πριν, πρέπει τώρα να ξεκινήσει. Με τρόπο ενεργητικό, με τρόπο μαχητικό και επίμονο. Αυτός πιστεύω είναι και ο μόνος δρόμος για να θωρακίσουμε τον κλάδο μας απέναντι στις μελλοντικές προκλήσεις, να αναδείξουμε τη χρησιμότητά του και να οικοδομήσουμε την εικόνα που εμείς θέλουμε να έχει. Στο χέρι μας είναι να το πετύχουμε».